Ελληνική αγορά εργασίας: Μεταξύ υπερεκπαίδευσης και brain drain

Αστέρια ΑνενεργάΑστέρια ΑνενεργάΑστέρια ΑνενεργάΑστέρια ΑνενεργάΑστέρια Ανενεργά
 

Ελληνική αγορά εργασίας: Μεταξύ υπερεκπαίδευσης και brain drain

Ένα από τα παράδοξα που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην ελληνική αγορά εργασίας είναι πως οι απόφοιτοι ΑΕΙ αναγκάζονται να εργαστούν σε θέσεις απόφοιτων Λυκείου.

Όσο πιο ανειδίκευτος είναι ο εργαζόμενος, τόσο περισσότερες πιθανότητες εύρεσης δουλειάς έχει, με αποτέλεσμα οι απόφοιτοι ΑΕΙ, είτε να απασχολούνται σε χαμηλότερης εξειδίκευσης θέσεις, είτε να φεύγουν στο εξωτερικό.

Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν πως οι απόφοιτοι Λυκείου μπορούν να βρουν σχετικά εύκολα δουλειά στην Ελλάδα (9η θέση στην Ε.Ε.).

Αντίθετα, στην απορρόφηση των πτυχιούχων ΑΕΙ η Ελλάδα βρίσκεται στο τελευταίο σκαλί της Ε.Ε. (στην 27η θέση), με όλες τις χώρες, ακόμα και τη Βουλγαρία, να εμφανίζονται σε υψηλότερες θέσεις.

Ακόμη μικρότερο είναι το ποσοστό της απορρόφησης των νέων έως 34 ετών στον τομέα της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών. ΟΧρήστος Γούλας, Γενικός Διευθυντής στο Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ έχει ασχοληθεί πολύ με το θέμα.

Του ζητήσαμε, λοιπόν, να τοποθετηθεί σχετικά και όσα γράφει στο Reporter Magazine είναι άκρως ενδιαφέροντα: «Η ελληνική αγορά εργασίας εμφανίζει μια, χρόνια πλέον, διαρθρωτική ιδιομορφία που προκαλεί εύλογο προβληματισμό: οι απόφοιτοι Λυκείου εντάσσονται ταχύτερα και ευκολότερα στην εργασία σε σύγκριση με αποφοίτους ανώτατης ή μεταπτυχιακής εκπαίδευσης.

Το φαινόμενο αυτό, που καταγράφεται από τη Eurostat και ελληνικούς ερευνητικούς φορείς, ανατρέπει τη συνήθη ευρωπαϊκή κανονικότητα, σύμφωνα με την οποία η αυξημένη εξειδίκευση συνδέεται με ενισχυμένες πιθανότητες απασχόλησης και καλύτερους όρους εργασίας. Η εξήγηση του φαινομένου μέσω της λεγόμενης "αναντιστοιχίας δεξιοτήτων" δεν αρκεί.

Αν και πράγματι, εντοπίζονται κενά ανάμεσα στα προσόντα που παρέχουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις λεγόμενες "ανάγκες της αγοράς", η επίκληση αυτής της αναντιστοιχίας συχνά λειτουργεί ως εύσχημη μετατόπιση ευθύνης από το παραγωγικό πρότυπο και τις επιχειρήσεις προς το εκπαιδευτικό σύστημα και τους ίδιους τους νέους.

Ωστόσο, τα δεδομένα περιγράφουν ένα πολυδιάστατο πρόβλημα που έχει ρίζες σε δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας. Η ελληνική οικονομία παραμένει έντονα προσανατολισμένη σε παραγωγικούς τομείς χαμηλής προστιθέμενης αξίας με θέσεις εργασίας υψηλής έντασης και χαμηλής ποιότητας: χαμηλοί μισθοί, εξαντλητικά ωράρια, ζητήματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, ασυμβατότητα εργασιακού και οικογενειακού βίου.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απόλυτα λογικό ότι προσωπικό υψηλών προσόντων με δεξιότητες αιχμής δύσκολα προσελκύεται από εγχώριες επιχειρήσεις. Η σύνδεσητης εκπαίδευσης με την παραγωγική βάση παραμένει λοιπόν ζητούμενο, κυρίως, λόγω της γενικότερης έλλειψης αναπτυξιακής π ρ ο ο π τ ι κ ή ς , αλλά και λόγω της "αναντιστοιχίας προσδοκιών" μεταξύ προσοντούχου ανθρώπινου δυναμικού και επιχειρήσεων που επιμένουν να θεωρούν ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα τις μειωμένες επενδύσεις και κατά συνέπεια την χαμηλή ποιότητα των θέσεων απασχόλησης που προσφέρουν.

Αυτό αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα συγκριτικά ποσοστά απασχόλησης: σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat οι απόφοιτοι Γενικού Λυκείου στην Ελλάδα εμφανίζουν υψηλότερη ένταξη στην αγορά εργασίας με ποσοστό απασχόλησης 72,7% (έναντι 67,2 του ευρωπαϊκού μέσου όρου), σε σχέση με τους απόφοιτους πανεπιστημίου ή μεταπτυχιακών σπουδών, οι οποίοι περιορίζονται στο 66,2%, δηλαδή, σχεδόν είκοσι μονάδες χαμηλότερα από τον αντίστοιχο μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης!

Η διαφορά είναι σημαντική και αντανακλά μια βαθύτερη αναντιστοιχία μεταξύ των προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού και της ποιότητας των διαθέσιμων θέσεων εργασίας.

ΔΙΑΡΡΟΉ ΕΓΚΕΦΆΛΩΝ Υπό αυτές τις συνθήκες, η ύπαρξη υψηλότερων τυπικών προσόντων δεν συνεπάγεται  απαραίτητα πλεονεκτική πρόσβαση στην απασχόληση, γεγονός που υπονομεύει την αναπτυξιακή αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας και ενθαρρύνει το brain drain προς τις πιο ώριμες αγορές εργασίας του εξωτερικού.

Παρά τις ελπίδες που έχουν εκφραστεί για την αναστροφή του, τα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν πως το brain drain παραμένει ενεργό και το brain regain αμφίβολο.

Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να χάνει υψηλά καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, την ίδια στιγμή που βασίζεται σε εργασία χαμηλής εξειδίκευσης ή επιχειρεί να καλύψει ανάγκες μέσω εισαγόμενης και εποχικής απασχόλησης.

Οι επιχειρήσεις, με λίγες εξαιρέσεις, αποφεύγουν τη μετάβαση σε επιχειρηματικά πρότυπα που απαιτούν τεχνολογική και οργανωτική καινοτομία. Το γεγονός ότι η χώρα κατατάσσεται τελευταία στην ΕΕ ωςπρος τον δείκτη ψηφιακής έντασης στις επιχειρήσεις, υποδηλώνει πως το πρόβλημα δεν είναι απλώς ζήτημα δεξιοτήτων, αλλά επενδυτικών προτεραιοτήτων.

Συμπερασματικά, η χαμηλή απορρόφηση των πτυχιούχων στην Ελλάδα δεν είναι τυχαία, ούτε συγκυριακή. Αντανακλά έναν βαθύτερο αναπτυξιακό εγκλωβισμό που συντηρείται από την αδυναμία ποιοτικής αναβάθμισης των θέσεων εργασίας, τη διαχρονική υποτίμηση της επαγγελματικής γνώσης και την αδυναμία μακροχρόνιου στρατηγικού σχεδιασμού.

Η αναστροφή του brain drain και η ενίσχυση της παραγωγικής αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού προϋποθέτουν μια ριζική αλλαγή κατεύθυνσης: στήριξη της καινοτομίας, επενδύσεις σε τομείς υψηλής ειδίκευσης και αλλαγή κουλτούρας στο επίπεδο των επιχειρήσεων και των δημόσιων πολιτικών απασχόλησης».

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Reporter Magazine Ιουλίου 2025 Δείτε ολόκληρο το τεύχος εδώ.

https://www.reporter.gr/ Ημέραηνία δημοσίευσης: 30/07/2025 08:08 Παρόμοια στατιστικά κατάταξης (Ελλάδα): 1629 σύνδεσμος

Επικοινωνία

Διεύθυνση: Εργατικής Πρωτομαγιάς 1, 51100 Γρεβενά

Τηλέφωνο: 2462022913

Email: ergatikogrevenon@yahoo.com

© Your Company. All Rights Reserved. Designed By Age Themes

Search